ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΘΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΦΟΡΜΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ

Wednesday, August 15, 2007

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ

Παναγία Σουμελά στο όρος Βέρμιο εορτάστηκε σε όλη τη χώρα η Κοίμηση της Θεοτόκου, ενώ χιλιάδες πιστοί κατέκλυσαν στους ναούς της Παναγίας σε όλη την Ελλάδα. Τις εορταστικές εκδηλώσεις στην Τήνο παρακολούθησε ο πρωθυπουργός, ενώ στην Παναγία Σουμελά οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Κάρολος Παπούλιας έστειλε σε όλους τους Έλληνες μήνυμα εθνικής ομοψυχίας, αλληλεγγύης και αγάπης.
Ο Πρωθυπουργός σε δήλωσή του από την Τήνο έστειλε μήνυμα αγάπης και ανθρωπιάς σε όλους τους Έλληνες και υπογράμμισε "οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, εργαζόμαστε εντατικά, ενώνουμε τις δυνάμεις και τις προσπάθειές μας ώστε να γίνεται η κοινωνία μας ολοένα και πιο ισχυρή, ολοένα και πιο αποτελεσματική στις παρεμβάσεις της, ιδίως σε ό,τι αφορά τους λιγότερο προνομιούχους συμπολίτες μας". Πρόσθεσε ακόμα, ότι "σε αυτά τα τρία χρόνια, έγιναν πολλά και σημαντικά. Είμαστε, όμως, στο μέσο ενός δύσκολου και ανηφορικού δρόμου. Σ’ αυτό το δρόμο, το δρόμο της υπευθυνότητας, το δρόμο του έργου, το μόνο δρόμο που εγγυάται ένα καλύτερο αύριο για τον τόπο και τους πολίτες, είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να πορευόμαστε".

Μήνυμα εθνικής ομοψυχίας

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας , παρακολούθησε τη Θεία Λειτουργία και τη Λιτάνευση της Αγίας Εικόνας της Παναγίας και στη συνέχεια κατέθεσε στεφάνι στην προτομή του Αλέξανδρου Υψηλάντη.

Σε δηλώσεις που έκανε αμέσως μετά, αναφέρθηκε στις μεγάλες αξίες της Ορθοδοξίας και έστειλε μήνυμα εθνικής ομοψυχίας.

"Τιμούμε με ευλάβεια τη μνήμη της Θεομήτορος, της Υπεραγίας Θεοτόκου και αναλογιζόμαστε τις μεγάλες αξίες της Ορθοδοξίας που είναι η αγάπη στον άνθρωπο, η αλληλεγγύη και ο άδολος πατριωτισμός. Επειδή ευρίσκομαι στην πνευματική εστία του ποντιακού ελληνισμού θέλω να απευθύνω ένα μήνυμα εθνικής ομοψυχίας, αλληλεγγύης αγάπης και δημιουργικής δουλειάς".

Το μεσημέρι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρακάθησε σε γεύμα που θα παραθέσει προς τιμήν του το Δ.Σ. του Πανελληνίου Ιδρύματος "ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ" και στη συνέχεια αναχώρησε για τη Λευκάδα.

Στις εκδηλώσεις για τον εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Παναγία Σουμελά παρευρέθηκαν επίσης ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου, ο Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της ΝΔ, Λευτέρης Ζαγορίτης, ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης και ο πρόεδρος της "Δημοκρατικής Αναγέννησης" Στέλιος Παπαθεμελής.
Σε δηλώσεις που έκανε από το Βέρμιο, ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον Ποντιακό Ελληνισμό και αναφερόμενος στην πολιτική επικαιρότητα έστειλε μήνυμα ότι υπάρχει καλύτερο μέλλον για την Ελλάδα.

"Σήμερα γιορτάζει ο ελληνισμός. Σήμερα γιορτάζει η Χριστιανοσύνη. Σήμερα είμαστε στην Παναγία Σουμελά, γιορτάζοντας την ημέρα της Παναγίας, τιμώντας τον ποντιακό ελληνισμό, που θυμάμαι όταν πρωτοήλθε εδώ ο πατέρας μου, ο Ανδρέας Παπανδρέου, είπε τη φράση "θα ήταν τιμή μου να είμαι Πόντιος". Τιμούμε, λοιπόν, τους αγώνες και την παράδοση του ποντιακού ελληνισμού, αυτού του όμορφου κομματιού του ελληνισμού και της Ελλάδας. Μας δίνει έμπνευση, μας δίνει δύναμη, για να παλέψουμε για μία καλύτερη Ελλάδα, για ένα καλύτερο αύριο αξιοπρέπειας, αλληλεγγύης, αγάπης και ανθρωπιάς. Θέλω να στείλω ένα μήνυμα αισιοδοξίας στην Ελληνίδα και στον Έλληνα. Σύντομα αλλάζει σελίδα η Ελλάδα. Και σύντομα μαζί με την Ελληνίδα και τον Έλληνα δημιουργούμε την Ελλάδα της σιγουριάς, της ελπίδας και της προοπτικής" υπογράμμισε ο Γ. Παπανδρέου.
Χρόνια πολλά σε όλους τους Έλληνες ευχήθηκε από την Παναγία Σουμελά, ο Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της ΝΔ. Λ. Ζαγορίτης.
"Εδώ από την Παναγία Σουμελά θυμόμαστε πόσα πέρασε, αλλά επιβίωσε. Θυμόμαστε τις αλύτρωτες πατρίδες και αυτό πρέπει να μας διδάξει. Η ενότητα του ελληνισμού είναι πάνω από όλα. Γι’ αυτό χωρίς οξύτητες, χωρίς πόλωση, χωρίς διχασμούς, πρέπει να δουλέψουμε όλοι μαζί για το καλό της πατρίδας μας, για το καλό των Ελλήνων, για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής όλων των συνανθρώπων μας" τόνισε ο κ. Ζαγορίτης.

Μεγάλη ημέρα για την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό χαρακτήρισε τη σημερινή ο Γιώργος Καρατζαφέρης.

"Ευρισκόμενος απέναντι σε όλους αυτούς τους Ποντίους, αισθάνομαι, πράγματι, μεγάλη ικανοποίηση για τους αγώνες που έδωσα για τους Ποντίους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εύχομαι την ημέρα της Παναγιάς, που ουσιαστικά συμπίπτει με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου, να κατανοήσουν κάποιοι ότι δεν χρειάζεται ούτε κίβδηλες "γκραγκάσες", ούτε σκουριασμένες τρομπέτες, που δηλητηριάζουν το ήπιο προεκλογικό κλίμα. Ας φροντίσουν να παρακολουθήσουν τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό και μην πέσουμε σε θέσεις και καταστάσεις για τις οποίες κάποτε θα ντρέπονται", ανέφερε ο Γιώργος Καρατζαφέρης.

"Η σημερινή κοσμοσυρροή αποδεικνύει τη βαθιά προσήλωση του λαού μας στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τις διαχρονικές αξίες του ελληνισμού. Με αυτές τις αξίες έζησε και επέζησε ο ελληνισμός, αυτές τις αξίες χρωστούμε να τις διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού", σημείωσε από την πλευρά του ο πρόεδρος της "Δημοκρατικής Αναγέννησης" Στ. Παπαθεμελής.
Στις εκδηλώσεις στην Παναγία Σουμελά, την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υπουργός Μακεδονίας- Θράκης Γιώργος Καλατζής και τη Βουλή ο αντιπρόεδρος του Σώματος Γιώργος Σούρλας.
Σε δηλώσεις του ο Γιώργος Καλαντζής ανέφερε:
"Σήμερα, γιορτή της Παναγιάς, είναι μέρα που καλό είναι να ξέρουμε και να κρατάμε πάντα μέσα μας ότι η Παναγιά ενώνει. Ενώνει όλους τους Έλληνες. Γι’ αυτή την Ελλάδα, λοιπόν, που όλοι θέλουμε, που όλοι αξίζουμε, πρέπει όλοι να αγωνιστούμε".

"Εύχομαι η Παναγία Σουμελά να φωτίζει πολίτες και πολιτικούς να παίρνουν τις καλύτερες αποφάσεις για το καλό του έθνους, για τα ιερά και τα όσια, που δυστυχώς πολλές φορές βάλλονται", τόνισε από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της Βουλής Γ. Σούρλας.

Xιλιάδες Πόντιοι συρρέουν στην Παναγία Σουμελά

Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό Καστανιά, βρίσκεται το πνευματικό κέντρο του Ποντιακού Ελληνισμού, η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά. Μια ιστορία, μια παράδοση και ένας θρύλος αγκαλιάζουν το σύμβολο του Πόντου, την Παναγία Σουμελά. Ήταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς αυτός που χάραξε τη μορφή της Παναγίας πάνω σε ξύλο. Η εικόνα της Σουμελά, βρέθηκε μετά το θάνατο του Λουκά στην Αθήνα και για αυτό το λόγο, αρχικά είχε ονομαστεί ως η Παναγία η Αθηνιώτισσα. Στο τέλος του 4ου αιώνα (380- 386) ιδρύθηκε στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, από τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο (κατά κόσμο Βασίλειος και Σωτήρχος, θείος και ανιψιός, κάτοικοι και οι δυο Αθηνών). Με μοναδικά εφόδια την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητα, οι δυο ερημίτες μοναχοί, κατόρθωσαν να χτίσουν την εκκλησία της Σουμελιώτισσας, σκαλιστή μέσα στο βουνό. Από τότε έγινε γνωστή ως ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ (Εις του Μελά-στου Μελά-Σουμελά). Μέχρι το 1922, υπήρξε ο οδηγός, ο παρηγορητής, ο συμπαραστάτης, το καταφύγιο και ο εμψυχωτής των Ελληνοποντίων. Υπήρξε επίσης ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες διατήρησης της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, καθώς και της αναζωπύρωσης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των πιστών. Ο αναπάντεχος ξεριζωμός, ερήμωσε μαζί με τον αλησμόνητο Πόντο και τη Βίγλα της Σουμελιώτισσας. Με την ανταλλαγή, τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν, και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα, ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης, ύστερα από ενέργειες του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου προς την τουρκική κυβέρνηση του Ισμέντ Ινονού. Από το 1952, αρχίζει μια νέα περίοδος. Η ελλαδική ιστορία της Παναγίας Σουμελά. Το 1951-1952 η εικόνα παραχωρείται στο σωματείο "Παναγία Σουμελά" Θεσσαλονίκης, το οποίο και άρχισε την ανέγερση της Μονής, σε ένα επίπεδο του Βερμίου, πάνω από το χωριό Καστανιά, που είχε παραχωρήσει δωρεάν 500 στρέμματα για την ανέγερση του Προσκυνήματος. Η " Αθηνιώτισσα" και "Σουμελιώτισσα" γίνεται τότε Βερμιώτισα και πανελλήνιο Προσκύνημα. Από το 1952 που χτίστηκε ο μικρός ναός, η Εικόνα θρονιάστηκε στο νέο της θρόνο. Σκοπός της ανέγερσης της Μονής δεν ήταν η ίδρυση στον ελλαδικό χώρο, ακόμη ενός μοναστηριού, αλλά η ανέγερση ενός προσκυνήματος που θα αποτελούσε σύμβολο και φάρο. Χάρη στην ευλάβεια και θεοσέβεια των Ποντίων και φιλοποντίων, δημιουργήθηκαν διάφορα κτίρια.

Η διοίκηση της Παναγίας Σουμελά, φρόντισε για τη δημιουργία μουσειακής συλλογής από ιερά σκεύη, εικόνες και άμφια, αλλά και τη δημιουργία αξιόλογης βιβλιοθήκης. Σήμερα το κτιριακό συγκρότημα περιλαμβάνει δυο εκκλησίες δέκα ξενώνες με 620 κρεβάτια, ένα εστιατόριο, δυο τουριστικά περίπτερα βρύσες, τηλέφωνα, ηλεκτρικό φως, χώρους στάθμευσης, πλατεία, εκατοντάδες καλλωπιστικά και καρποφόρα δέντρα. Κάθε χρόνο, το τριήμερο του 15Αύγουστου, είναι πρωτοφανής η συρροή χιλιάδων προσκυνητών από όλα τα διαμερίσματα της χώρας και το εξωτερικό. Η περιφορά της Εικόνας, μέσα στο χώρο του ιερού προσκυνήματος, γίνεται με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια και σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι μια από τις πιο συγκινητικές και κατανυκτικές ακολουθίες.

ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ (ΑΓΓΛΙΚΑ)





GENOCIDE CONVENTION
Convention on the Prevention and Punishment of the Crime of Genocide


ADVOCATES OF deterrence policies see a ‘bright side’ to nuclear weapons: their ostensible value for preventing war while maintaining national security. But only by shielding one’s mind from the dark horrors the weapons would bring about ‘ if deterrence fails, ‘ can one embrace – or, at least, accept – their beneficence.
The dark side of the Nazi project did not take long to emerge though many Germans were reluctant to recognise it. In the nuclear case that dark side is much more readily hidden with the help of the high technology and apparent human decency of the weapons system. Still, psychological manoeuvres are required to defend oneself against the basic contradiction of deterrence: that for the sake of credibility, we must be willing to do (fight a nuclear war). Credibility in this context refers to the persuasiveness of the deterring function. And the mind that accepts deterrence policy is asked to believe in a willingness to fight the nuclear war that the policy is invoked to prevent. For the mind – any mind – to do that, it must willingly suspend not so much disbelief as integration and wholeness. That loss of integration and wholeness is a manifestation of dissociation which serves as a psychological facilitator for deterrence, helping to reduce the kind of psychic stress that would be morally useful and appropriate. It is, in other words, a form of adaptation, by means of which people remain sane in the service of social madness.
(The Genocidal Mentality, Robert Jay Lifton)


Convention on the Prevention and Punishment of the Crime of Genocide. Adopted by Resolution 260 (III) A of the United Nations General Assembly on 9 December 1948.


Article 1
The Contracting Parties confirm that genocide, whether committed in time of peace or in time of war, is a crime under international law which they undertake to prevent and to punish.

Article 2
In the present Convention, genocide means any of the following acts committed with intent to destroy, in whole or in part, a national, ethnical, racial or religious group, as such:
* (a) Killing members of the group;
* (b) Causing serious bodily or mental harm to members of the group;
* (c) Deliberately inflicting on the group conditions of life calculated to bring about its physical destruction in whole or in part;
* (d) Imposing measures intended to prevent births within the group;
* (e) Forcibly transferring children of the group to another group.

Article 3
The following acts shall be punishable:
* (a) Genocide;
* (b) Conspiracy to commit genocide;
* (c) Direct and public incitement to commit genocide;
* (d) Attempt to commit genocide;
* (e) Complicity in genocide.

Article 4
Persons committing genocide or any of the other acts enumerated in Article 3 shall be punished, whether they are constitutionally responsible rulers, public officials or private individuals.

Article 5
The Contracting Parties undertake to enact, in accordance with their respective Constitutions, the necessary legislation to give effect to the provisions of the present Convention and, in particular, to provide effective penalties for persons guilty of genocide or any of the other acts enumerated in Article 3.

Article 6
Persons charged with genocide or any of the other acts enumerated in Article 3 shall be tried by a competent tribunal of the State in the territory of which the act was committed, or by such international penal tribunal as may have jurisdiction with respect to those Contracting Parties which shall have accepted its jurisdiction.

Article 7
Genocide and the other acts enumerated in Article 3 shall not be considered as political crimes for the purpose of extradition.
The Contracting Parties pledge themselves in such cases to grant extradition in accordance with their laws and treaties in force.

Article 8
Any Contracting Party may call upon the competent organs of the United Nations to take such action under the Charter of the United Nations as they consider appropriate for the prevention and suppression of acts of genocide or any of the other acts enumerated in Article 3.

Article 9
Disputes between the Contracting Parties relating to the interpretation, application or fulfilment of the present Convention, including those relating to the responsibility of a State for genocide or any of the other acts enumerated in Article 3, shall be submitted to the International Court of Justice at the request of any of the parties to the dispute.

Article 10
The present Convention, of which the Chinese, English, French, Russian and Spanish texts are equally authentic, shall bear the date of 9 December 1948.

Article 11
The present Convention shall be open until 31 December 1949 for signature on behalf of any Member of the United Nations and of any non-member State to which an invitation to sign has been addressed by the General Assembly.
The present Convention shall be ratified, and the instruments of ratification shall be deposited with the Secretary-General of the United Nations.
After 1 January 1950, the present Convention may be acceded to on behalf of any Member of the United Nations and of any non-member State which has received an invitation as aforesaid.
Instruments of accession shall be deposited with the Secretary-General of the United Nations.

Article 12
Any Contracting Party may at any time, by notification addressed to the Secretary-General of the United Nations, extend the application of the present Convention to all or any of the territories for the conduct of whose foreign relations that Contracting Party is responsible.

Article 13
On the day when the first twenty instruments of ratification or accession have been deposited, the Secretary-General shall draw up a proces-verbal and transmit a copy of it to each Member of the United Nations and to each of the non-member States contemplated in Article 11.
The present Convention shall come into force on the ninetieth day following the date of deposit of the twentieth instrument of ratification or accession.
Any ratification or accession effected subsequent to the latter date shall become effective on the ninetieth day following the deposit of the instrument of ratification or accession.

Article 14
The present Convention shall remain in effect for a period of ten years as from the date of its coming into force.
It shall thereafter remain in force for successive periods of five years for such Contracting Parties as have not denounced it at least six months before the expiration of the current period.
Denunciation shall be effected by a written notification addressed to the Secretary-General of the United Nations.

Article 15
If, as a result of denunciations, the number of Parties to the present Convention should become less than sixteen, the Convention shall cease to be in force as from the date on which the last of these denunciations shall become effective.

Article 16
A request for the revision of the present Convention may be made at any time by any Contracting Party by means of a notification in writing addressed to the Secretary-General.
The General Assembly shall decide upon the steps, if any, to be taken in respect of such request.


Article 17
The Secretary-General of the United Nations shall notify all Members of the United Nations and the non-member States contemplated in Article 11 of the following:
* (a) Signatures, ratifications and accessions received in accordance with Article 11;
* (b) Notifications received in accordance with Article 12;
* (c) The date upon which the present Convention comes into force in accordance with Article 13;
* (d) Denunciations received in accordance with Article 14;
* (e) The abrogation of the Convention in accordance with Article 15;
* (f) Notifications received in accordance with Article 16.

Article 18
The original of the present Convention shall be deposited in the archives of the United Nations.
A certified copy of the Convention shall be transmitted to all Members of the United Nations and to the non-member States contemplated in Article 11.

Article 19
The present Convention shall be registered by the Secretary-General of the United Nations on the date of its coming into force.

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Μετά τη γενική επιστράτευση που κήρυξε η Τουρκία ως σύμμαχος της Γερμανίας στις 21 Ιουλίου 1914 εισερχόμενη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ελληνες του Πόντου επιστρατεύτηκαν κι αυτοί, αλλά όχι για να σταλούν στα πολεμικά μέτωπα. Στρατεύσιμοι άνδρες 20-45 ετών απομακρύνθηκαν αναγκαστικά από τα σπίτια τους, αφοπλίστηκαν ως ύποπτοι μετά την κατάρρευση του ρωσοτουρκικού μετώπου, αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα από τους Τούρκους αξιωματικούς και αποστάλθηκαν στα εργατικά τάγματα (αμελέ ταμπουρού). Ακόμα κι οι μη στρατεύσιμοι δεν εξαιρέθηκαν απ αυτήν την τελευταία πρακτική, ιδιαιτέρως μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους στις 5 Απριλίου 1916. Ο κίνδυνος της φυσικής εξόντωσης ανάγκαζε συχνά τους πλούσιους Ελληνες να πληρώνουν ειδικό χρηματικό ποσό («πετέλι») 20 χρυσών λιρών, ενώ οι πιο φτωχοί κατέφευγαν στα βουνά. Κοντά στους τελευταίους, προστέθηκαν κι όσοι λιποτακτούσαν από τον τουρκικό στρατό εξαιτίας των σκληρών συνθηκών. Δημιουργήθηκαν, έτσι, οι πρώτες ανταρτικές ομάδες, που δρούσαν είτε μεμονωμένα είτε σε συνεργασία.

Ο αντάρτικος αγώνας εντοπίζεται κυρίως στον δυτικό Πόντο, στην περιοχή Αμισού και Πάφρας. Αν από τις 183.000 Ελλήνων της Αμάσειας επέζησαν έστω κι οι 50.000, οφείλεται στην προστασία που παρείχαν στον πληθυσμό οι αντάρτες. Από το 1915 είχε αρχίσει τον αγώνα του κατά των Τούρκων ο Βασίλ-αγας (Βασίλειος Ανθόπουλος) με την ομάδα του, που έγινε ο φόβος κι ο τρόμος των Τούρκων της Αμισού, ενώ η ομάδα του Παντέλ-Αμισού (Παντελή Αναστασιάδη) κατόρθωσε να αντιμετωπίσει στη μάχη του Αγιού-τεπέ (16 Νοε. 1917) χιλιάδες τουρκικού στρατού σε πολυήμερη μάχη. Σημαντικότατη μάχη έδωσε η ομάδα αυτή και στο Νεμπιένταγ (τέλη 1917) της Πάφρας, όπου αντιμετώπισαν ολόκληρο τουρκικό σύνταγμα άριστα εξοπλισμένο. Όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους, προτίμησαν να σκοτωθούν μόνοι τους, παρά να παραδοθούν. Ο Κοτσά-Αναστάς (Αναστάσιος Παπαδόπουλος) το φθινόπωρο του 1921 εξόντωσε 700 Τούρκους στρατιώτες, σε μάχη κατά του Τούρκου στρατηγού Λιβά πασά στο βουνό Τόπσαμ. Στα τέλη του 1921, το χωριό Δαζλή έγινε θέατρο τρομερών συγκρούσεων μεταξύ των ανταρτών και του στρατηγού Τζεμάλ Τζεβήτ, τον οποίο αποδεκάτισαν οι αντάρτες και με τη βοήθεια του Ιστύλ-αγά.

Στον ανατολικό Πόντο, η Σάντα με τους σκληροτράχηλους υπερασπιστές της ανάγκασε τους Τούρκους να της αποδώσουν μια άτυπη μορφή αυτονομίας. Στη μάχη των Κοπαλάντων, στις 25 Ιαν. 1918, οι Τούρκοι ηττήθηκαν με αποτέλεσμα ως το 1921 να μην ξαναενοχλήσουν την περιοχή. Ο Κεμάλ αποφάσισε τότε να καταστρέψει την περιοχή με πολυάριθμο στρατό. Ο αρχηγός των ανταρτών Ευκλείδης Κουρτίδης το μόνο που κατάφερε τότε ήταν να σώσει τα γυναικόπαιδα. Αξιόλογες ήταν κι οι ανταρτικές ομάδες του Ευστάθιου Θεοδωρίδη, του Ιορδάνη Τσαρουχωνέτα, του Ιωάννη Κιαγχίδη, του νεαρού παπά Παναγιώτη Μακρίδη και του Δημοσθένη Ευφραιμίδη. Νέο Ζάλογγο έγινε το Σιμικλή της Κερασούντας, όταν οι γυναίκες και τα κορίτσια της περιοχής, καταδιωκόμενες από τους Τούρκους, προτίμησαν να πνιγούν στο ποτάμι παρά να βιασθούν.

Σύμφωνα με ελληνικούς υπολογισμούς, οι αντάρτες ήταν συνολικά 6-7.000. Οι συνθήκες διαβίωσής τους ήταν άθλιες. Καλύβες φτιαγμένες με κλαδιά ή μια σπηλιά ήταν τα συνηθέστερα καταλύματα. Οι σκληρές καιρικές συνθήκες και κυρίως το χιόνι του χειμώνα, εμπόδιζαν την τροφοδοσία τους από τα γύρω χωριά. Με τον πρωτόγονο οπλισμό τους (μαχαίρια, αξίνες, κ.α.) προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα γυναικόπαιδα από τις επιθέσεις των Τούρκων. Αν οι συμπλοκές εξελίσσονταν νικηφόρες, αφαιρούσαν από τους Τούρκους τα όπλα τους. Αργότερα άρχισαν να τους ενισχύουν με όπλα και οι Ρώσοι.

Η απουσία ενιαίας διοίκησης και συντονισμού, η έλλειψη κατάλληλου οπλισμού και τροφίμων, η δυσκολία κινήσεων, αφού σχεδόν πάντα ακολουθούνταν από απροστάτευτα γυναικόπαιδα, και κυρίως η αδιαφορία του ελληνικού κράτους παρά τις εκκλήσεις για βοήθεια, στάθηκαν οι βασικές αιτίες της αποτυχίας του αντάρτικου κινήματος του Πόντου. Ίσως, αν είχαν εισακουστεί σχετικές υποδείξεις για βοήθεια προς τους αντάρτες του Πόντου ως δύναμη αντιπερισπασμού προς τον Κεμάλ, η μοίρα της Μικράς Ασίας σήμερα να ήταν διαφορετική.